ὁποσαπλασιοσοῦν

ὁποσαπλασιοσοῦν
ὁποσα-πλᾰσιοσοῦν,
A how many-fold soever, Arist.Ph. 204b17, Simp.in Ph.949.9.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • οποσαπλάσιος — ὁποσαπλάσιος, ία, ον (Α) 1. ὁποσαπλασίων* πόσες φορές μεγαλύτερος 2. (με το οὖν) ὁποσαπλασιοσοῡν όσες φορές περισσότερος και αν. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πλάσιος*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”